Sandro Botticelli: "Συκοφαντία"


Την εποχή που ήταν νομοθέτης ο Σόλων, είχε απαγορεύσει με νόμο στους Αθηναίους την εξαγωγή αγροτικών προϊόντων στις άλλες πόλεις κράτη εκτός από το ελαιόλαδο.
Μεταξύ των προϊόντων αυτών ήταν και τα σύκα.
Όποιος λοιπόν ενημέρωνε τους άρχοντες για αυτούς που έβγαζαν παράνομα σύκα από την Αττική, αυτός ονομαζόταν συκοφάντης και η πράξη του συκοφαντία.

Η ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΑΠΕΛΛΗ:

Ο ζωγράφος Απελλής ο Εφέσιος, έπεσε θύμα ολέθριας συκοφαντίας.
Είχε διαβληθεί άσχημα ότι συμμετείχε στη συνομωσία του Θεοδώτα στην Τύρο κατά του Πτολεμαίου, βασιλιά της Αιγύπτου, ενώ ο Απελλής δε γνώριζε την Τύρο ούτε τον Θεοδότα.
Άλλ' όμως κάποιος ομότεχνος ανταγωνιστής του, ο Αντίφιλος, από φθόνο και ζηλοτυπώντας την τέχνη του, κατήγγειλε στον Πτολεμαίο ότι κάποιος είδε τον Απελλή στην Φοινίκη να συντρώγει με τον Θεοδότα και σε όλο το δείπνο του μιλούσε μυστικά στο αυτί.
Στο τέλος ισχυρίστηκε πως η αποστασία της Τύρου προέκυψε κατόπιν συμβουλής του Απελλή.
Ο Πτολεμαίος ταράχτηκε τόσο πολύ από τη διαβολή ώστε δεν σκέφτηκε ούτε το πιο λογικό: ότι ήταν ανταγωνιστής του ο διαβάλλων και ότι ο ζωγράφος Απελλής δεν ήταν δε θέση να κάνει τέτοια προδοσία.
Και επιπλέον δεν σκέφτηκε πως δεν είχε λόγο να το κάνει, αφού ήταν ευεργετημένος από αυτόν και έχαιρε γενικής εκτίμησης.
Έτσι αμέσως εξεμάνη και άρχισε να φωνάζει κραυγάζοντας κατάρες για τον αχάριστο, τον επίβουλο και συνωμότη.
Και αν, όπως λέει κι ο Λουκιανός, δεν ομιλούσε κάποιος από τους παρόντες, που, αγανακτώντας με την αναισχυντία του Αντίφιλου, πως κανέναν από αυτούς δεν συνάντησε ο άνθρωπος, θα τον είχε σκοτώσει.
Ο Πτολεμαίος τότε συνήλθε και ντράπηκε τόσο πολύ με αυτά που έγιναν, ώστε δώρισε στον Απελλή 100 τάλαντα και τον Αντίφιλο τον έκανε δούλο του.
Ο Απελλής καθώς κρατούσε στη μνήμη του το περιστατικό, αναπαρέστησε την συκοφαντία..

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΠΙΝΑΚΑ: 

Είναι ένας πίνακας ζωγραφικής του Ιταλού αναγεννησιακού ζωγράφου Σάντρο Μποτιτσέλι.
Φιλοτεχνήθηκε το 1494-5.
Σήμερα βρίσκεται στη συλλογή του μουσείου Ουφίτσι στη Φλωρεντία.
Ο Μποτιτσέλι άντλησε το θέμα του από τον πίνακα του Έλληνα καλλιτέχνη της ελληνιστικής περιόδου Απελλή, όπως το περιγράφει ο Λουκιανός στο έργο του: “Περί του μη ραδίως (εύκολα) πιστεύειν διαβολή”.
Όταν αποδείχτηκε η αθωότητά του, ο Απελλής αποφάσισε να μεταφέρει το προσωπικό του βίωμα στον πίνακα αυτό.
Η περιγραφή του Λουκιανού, μιας και το πρωτότυπο δε διασώθηκε, είναι πάντως αρκούντως κατατοπιστική.
Στον δικό του πίνακα, ο αναγεννησιακός ζωγράφος διατήρησε το σκηνικό και τις μορφές από την περιγραφή.

Στα δεξιά απεικονίζεται καθιστός σε υπερυψωμένο θρόνο, μέσα σε ανοικτή αίθουσα, ένας βασιλιάς, με μεγάλα γαϊδουρίσια αυτιά, τείνοντας το χέρι του στη Συκοφαντία, που φαίνεται να πλησιάζει.
Δίπλα στο βασιλιά βρίσκονται δύο γυναίκες, η Άγνοια και η Υποψία, που ψιθυρίζουν φήμες στα μεγάλα (ευήκοα στην καχυποψία) αυτιά του βασιλιά, πράγμα που υπονοεί την ανοησία του (γαϊδουρινά αυτιά).
Η Συκοφαντία, πλησιάζοντας από τα αριστερά, είναι μια πολύ όμορφη γυναίκα, που έχει κάτι πάνω της που υπονοεί την απάτη και την παρόρμηση.
Στο αριστερό της χέρι κρατά έναν αναμμένο δαυλό (που τα φέρνει όλα στο “φως”), ενώ με το δεξί τραβά έναν νέο από τα μαλλιά.
Εκείνος υψώνει απεγνωσμένα τα χέρια στον ουρανό επικαλούμενος θεούς να υπερασπιστούν την αθωότητά του.
Τη Συκοφαντία καθοδηγεί ένας χλωμός άντρας με διαπεραστικά μάτια, παραμορφωμένος, και αποστεωμένος σαν από σοβαρή ασθένεια.
Είναι ο Φθόνος.
Δυο άλλες κοπέλες, η Μοχθηρία κι η Απάτη, ενθαρρύνουν τη Συκοφαντία, στολίζοντάς την.
Πιο πίσω με μαύρα πένθιμα πέπλα και ξέπλεκα μαλλιά, έρχεται η Μετάνοια.
Κοιτά δακρυσμένη πίσω της, περιμένοντας ντροπαλά το πλησίασμα της Αλήθειας.
Η Αλήθεια γυμνή, όπως δηλαδή πρέπει να είναι πάντα η αλήθεια, δείχνει τον ουρανό ελπίζοντας στην παρέμβαση του Θείου.
Είναι πανέμορφη, αντίθετα με τη Μετάνοια, που είναι ηλικιωμένη και θλιμμένη, με φθαρμένα ρούχα.
Είναι γυμνή, καθώς δεν έχει να κρύψει τίποτα και η έκφραση του προσώπου της, όπως και η στάση του σώματός της, δείχνου επίκληση της ουράνιας δικαιοσύνη.

πηγή: Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου